Ο νεαρός σκηνοθέτης Fabio Condemi καταπιάνεται με το έργο του Μαρκησίου ντε Σαντ, «Φιλοσοφία στο Μπουντουάρ», και παραδίδει στο κοινό μια παράσταση που άλλοτε μοιάζει με καθαρή φιλοσοφία, άλλοτε με κατάλογο σεξουαλικών φαντασιώσεων και πρακτικών, με μάθημα βιολογίας, αλλά και με ζούγκλα ταυτόχρονα, με σύγχρονη τέχνη, αλλά και με σοφτ πορνό. Κι όλα αυτά γιατί ακολουθεί, με επιτυχία, το περίπλοκο ταξίδι των διαλόγων ντε Σαντ, που επιχειρηματολογεί ότι η ηθική, η συμπόνια, η πίστη και η σεμνότητα είναι παράλογες έννοιες που στέκονται ενάντια στον μοναδικό σκοπό της ανθρώπινης ύπαρξης: την ηδονή.
Η «Madame de Saint-Ange» και ο «Dolmancé» αναλαμβάνουν να απαλλάξουν τη δεκαπεντάχρονη σεμνή «Eugénie» από τους περιορισμούς της ηθικής που επιβάλλει όχι μόνο η θρησκεία, αλλά και η μητέρα της. Τα σκηνικά ευρήματα της παράστασης παραπέμπουν σε σχολική τάξη, υπογραμμίζοντας τον διδακτικό χαρακτήρα του κειμένου. Με τη χρήση προβολέων διαφανειών, ο «Dolmancé» σημειώνει πάνω στα γυμνά σώματα των άλλων ηθοποιών, που στέκονται σιωπηλοί και εκτεθειμένοι μπροστά στο φως του προτζέκτορα, ενώ τα γεννητικά τους όργανα ζωγραφίζονται, σβήνονται ή μεγεθύνονται. Η μικρή «Eugénie» κάθεται σε μια καρέκλα με πλάτη στο κοινό -μεταμορφώνοντας μας αυτόματα σε συμμαθητές της- και κοιτάει μαγεμένη την πράξη σεξουαλικής αυτοϊκανοποίησης μιας γυναίκας.
Η μαθήτρια αποδεικνύεται χαρισματική, και έτσι ερχόμαστε στο τέλος του δράματος, όπου η μητέρα της «Eugénie» έρχεται να την επαναφέρει στον σωστό δρόμο. Όχι μόνο δεν τα καταφέρνει, αλλά καταλήγει να ξυλοκοπηθεί και να βιαστεί από την κόρη της και τους νέους της φίλους, μέσα σε μία σκηνική ζούγκλα που δίνει χρώμα στην κατά τ’ άλλα λευκή και αποστειρωμένη σκηνή. «Η σκληρότητα είναι απλώς η ανθρώπινη ενέργεια που ο πολιτισμός δεν αλλοίωσε ακόμη», λέει ο ντε Σαντ, πάντα φανατικός υπέρμαχος του σοδομισμού. Αλλά αυτό την κάνει αρετή;
Κατά τη διάρκεια της παράστασης αναρωτιόμουν αν ο ντε Σαντ παραμένει σήμερα τόσο ανήθικος και σκανδαλώδης όσο την εποχή που έγραψε. Υπάρχει, άραγε, κάποια προσδοκία για ηθική στη θεατρική σκηνή -ή στην καθημερινότητα μας- που έρχεται να ανατρέψει ο ντε Σαντ; Ή έχουμε, πια, ανοχή ή ανοσία στην εικόνα των όσων περιγράφει; Αναρωτιόμουν αν η ελευθερία μας συνδέεται, ακόμα, με την ηθική ελευθεριότητα όπως ο ντε Σαντ υποστηρίζει. Ο καθένας νομίζω πως είναι ελεύθερος, πλέον, να αναζητήσει την ηδονή του, αλλά αυτό είναι ελευθερία; Τι έχει κερδίσει, τελικά, ο κόσμος από τότε που ο ντε Σαντ έγραψε το βιβλίο «Φιλοσοφία στο Μπουντουάρ» και τι έχει χάσει;
Όλες αυτές οι ερωτήσεις μου «γεννιόντουσαν» σε ένα θέατρο όπου καθόμουν αφήνοντας δύο κενές θέσεις και τηρώντας αποστάσεις 2 μέτρων, από τους άλλους θεατές, παρακολουθώντας, όλοι μαζί, μια φιλοσοφική συζήτηση για το σεξ, ενώ φοβόμασταν την χειραψία.
Comments